Αρχές του 2003 διαβάζω τον τίτλο ενός κειμένου, σε ένα γνωστό φόρουμ σχετικά με την Κρήτη: Ο Κώστας πέθανε... και μετά από ερώτησή μου διαπιστώνω ότι ο λόγος γείνεται για τον Κώστα από τα Πιτσίδια. Μερικούς μήνες αργότερα, κατά την διάρκεια των διακοπών μου στον Σίβα, κοντά στα Πιτσίδια, μου λέει κάποιος, ότι πολλοί δώσανε την τελευταία ακολουθία στον Κώστα - η κοσμοσυρροή έφτανε από την εκκλησία μέχρι το νεκροταφείο. Μία ημέρα αυτών των διακοπών αποφασίζω να πάω να πάω μια βόλτα στο γειτονικό χωριό, στα Πιτσίδια να δω πως είναι τώρα. Φτάνωντας εκεί, στρίβω στην γωνία και δεν πιστεύω στα μάτια μου, διότι το καφενείο είναι ανοιχτό και όλα φαίνωνται να είναι όπως πάντα. Αριστερά, δίπλα στην πόρτα, τα κασόνια με τα άδεια μπουκάλια στιβαγμένα όπως όπως, η μπογιά πάνω από τον νεροχύτη ξεφλουδισμένη όπως πάντα, μερικά άτομα να κάθωνται εδώ κι εκεί τριγύρω, κάποιος να ψάχνει στο κασόνι με τα γράμματα - το ταχυδρομείο. Όλα μοιάζουνε να είναι όπως και παλιότερα.... μόνο ο Κώστας λείπει.
![]() Ένας από τους παλιούς, που έμενε ακόμη στα Πιτσίδια, έχει τα κλειδιά και ανοίγει το καφενείο τα πρωινά, διότι το ταχυδρομείο ακόμη εδώ έρχεται... όπως πάντα. Ένα τραπεζάκι έχει μετατραπή σε εικονοστάσι, με μία φωτογραφία του Κώστα και μπροστά ένα μπουκέτο φρέσκα λουλούδια. Οκτώμβρης 2003
Μισό χρόνο αργότερα επισκέπτωμαι και πάλι το καφενείο. Μου φαίνεται ακόμη πιο παρατημένο. Ένα ψυγείο λείπει, καθώς και το ντουλαπάκι για τα ποτήρια, η μπογιά ξεφλουδισμένη. Ένα τραπέζι είναι γεμάτο με άδεια μπουκάλια, λες και μόλις τώρα να σταμάτησε μία παρέα με το απογευματινό μεθοκόπη. ![]() Απέναντι από το καφενείο, κάτω από το δένδρο μας, εκεί που τόσο συχνά καθήσαμε, μαζεύουνε τώρα τα μπάζα. Μερικοί αρχοντογέροι συχωριανοί από τα Πιτσίδια, επιζώντες μιας περασμένης εποχής, κάθωνται ο ένας δίπλα στον άλλον στις καρέκλες τους, εκεί, κατά μήκος του τοίχου, σαν να περιμένουν στωικά κάτι. Μάιος 2004
Πέρασα προσεκτικά την είσοδο και μπήκα στο καφενείο, η πόρτα ήτανε μόνο ακουμπισμένη. Είμαι μόνη σ'αυτόν τον χώρο, εδώ δεν ακούγεται τώρα τίποτα. Κάθομαι στην καρέκλα δίπλα στην πόρτα και κοιτάζω τριγύρω μου, ξαναζώ και πάλι την ατμόσφαιρα αυτού του οικείου χώρου, για να διαπιστώσω άλλη μια φορά, πόσο πολύ έχουν προχωρήσει οι αλλαγές. Και άλλα αντικείμενα λείπουν επίσης, που στην πάροδο του χρόνου εμάς μας ήτανε τόσο οικεία. Η πινακίδα του καφενείου με το όνομα του Κώστα, που ήτανε κρεμασμένη πάνω από την πόρτα, λείπει επίσης. Κάποιος την κατέβασε από εκεί και την τοποθέτησε δίπλα στην πόρτα, ακουμπώντας την σε μια παλιά ζάντα αυτοκινήτου. ![]() Όλα καταρρέουν. Δίπλα μου βλέπω τον διακόπτη και τον δοκιμάζω, χωρίς όμως και πολύ ελπίδα, αν λειτουργεί ακόμη. Και πράγματι: Ένας από τους γλόμπους φωτίζει τον χώρο όπως και παλιά. Βλέπω μία μεγάλη παρέα, ακούω ένα πολύφωνο "γεια μας" και το τσούγκρισμα των μπουκαλιών, το γέλιο μας. Βλέπω τον Κώστα να σπρώχνει τον μπερέ του προς τα πίσω και να μας αφουγκράζεται με προσοχή, όταν κάποιος από εμάς εξηγεί κάτι στην γύρα. Οι αναμνήσεις των τελευταίων χρόνων είναι τόσο ζωντανές, σαν να γείνανε όλα μόλις τώρα, όλα αυτά που ζήσαμε κάποτε. Κι όμως, όλα αυτά τα χρόνια φύγανε χωρίς γυρισμό και οι παρέες εκείνου του χειμώνα σκορπίσανε σε όλα τα σημεία του ορίζοντα. Είναι αυτή η λύπη από την βεβαιότητα ότι οι παλιές εποχές δεν ξαναγυρίζουν πλέον ποτέ πια. Η θαλπωρή στο χωριό, η σιγουριά να ξέρεις, ότι έστω και με λίγα χρήματα θα περάσεις τους λίγους μήνες του χειμώνα. Ήτανε να απορείς, πόσο ευτυχισμένοι ζούσαμε μέσα σε μια ατμόσφαιρα περισυλλογής, καλύπτωντας μόνο τις απαραίτητες βασικές μας ανάγκες. Μία ατμόσφαιρα αλληλεγγύης, που σίγουρα δεν επιρέασε μόνο εμένα, μιας και ζούσαμε τόσο κοντά και τόσο δεμένοι ο ένας στον άλλον. Ήτανε και η αδάμαστη δημιουργηκότητά μας. Ζωγραφίζαμε, τραγουδούσαμε, εφευρίσκαμε ιστορίες... και ότι μαγειρεύαμε ήτανε νόστιμο. Ανάμεσά μας παλαβοί, εξαρτημένοι ναρκωτικών και μερικοί με ψυχικά προβλήματα. Κι όμως, ίσως ακριβώς γι αυτό ήτανε και η επικοινωνία μας καλή, προσέχαμε ο ένας τον άλλον. Δεν είναι λοιπόν μόνο η λύπη για τον χαμό του Κώστα, για μένα αυτός παραμένει ζωντανός. Και δεν είναι μόνο ευαισθησία, αλλά και η βεβαιότητα, ότι ο χρόνος μας κυλάει χωρίς να μπορείς να αντισταθείς.... και πάντα ο Κώστας, τα χέρια του, το γέλιο του, τα φωτεινά ανοιχτόχρωμα μάτια του, η μεγάλη του καρδιά.... όλα αυτά που αναθυμούμε κάθε φορά που επισκέπτωμε τον τάφο του. ••••••••• •••••••••
Μήπως η παλιά Κρήτη – όπως φοβήθηκα – πέθανε με τον Κώστα, και μαζί του επίσης και οι αξίες των ανθρώπων που πρόθυμα τις μοιραζώντουσαν με εμάς, δεν τολμώ να το κρίνω πλέον. Πολύ έντονες είναι οι αλλαγές των τελευταίων χρόνων στην Κρήτη. Υπάρχουν αρκετοί νέοι στην Κρητη, που τους γνωρίζω από τα παιδικά τους χρόνια και τους έχω βάλει στην καρδιά μου, που διατηρούν ακόμη και σήμερα – στην μοντέρνα Κρήτη - τις παλιές αξίες των ανθρώπων της Κρήτης και την φιλοξενία απέναντι σε εμάς τους ξένους. Το πνεύμα του Κώστα και όλων εκείνων, που τόσο μεγαλόκαρδα μας αντικρύζανε ζη με αυτούς και θέλω να πιστεύω ότι ρίζωσε και σε εμάς. ![]() |